top of page
IMG_20180426_150852.jpg
Χωρίς τίτλο7.png

Κώστας Τσιλιμαντός
Σκέψεις  ενός  ποιητή  και  φιλολόγου


Το πώς φαντάζονταν οι άνθρωποι της αρχαϊκής εποχής το θάνατο, τον τρόπο που αντιμετωπίζονταν ένα τέτοιο οριακό γεγονός, την ψυχή που αποχωρίζεται το σώμα της, τον τόπο στον οποίο μεταβαίνει, όλα αυτά τα μαθαίνουμε από τα δύο αρχαιότερα κείμενα που μας κληροδότησε η αρχαιότητα, την Ιλιάδα και την Οδύσσεια του Ομήρου. Αυτός ο κόσμος και αυτός ο τρόπος, χρονικά τόσο μακρινός, ουσιαστικά όχι μόνο είναι πολύ κοντά μας, αλλά είναι μέσα μας, κυλάει στο αίμα μας, όπως το φανερώνουν τα τραγούδια του ελληνικού λαού δια μέσου των αιώνων. Τα νεκρικά έθιμά τους είναι τα δικά μας έθιμα, τα μοιρολόγια τους είναι τα 0μοιρολόγια μας, παρόλο που έχουμε αλλάξει θρησκεία. Για να μη γίνει δύσβατο το γραπτό μου και για οικονομία του αναγνώστη, δε θα παραθέσω ομηρικό κείμενο, αλλά μόνον ορισμένες καίριες λέξεις, πάντα μεταφρασμένες, ενώ όταν πρόκειται για δημοτικά τραγούδια, δε συντρέχει λόγος να είμαι τόσο φειδωλός. Οι ψυχές (ψυχή, θυμός) όταν βγαίνουν από το κορμί (εκ ρεθέων, εκ μελέων), υψώνονται, όπως ο καπνός, (ηύτε καπνός) και ροβολάνε, τσιρίζοντας, (τετριγυίαι) προς τον Αδη (Αϊδόσδε). Εκεί κάτω όλες μαζί, χωρίς να ξεχωρίζει ο δίκαιος από τον άδικο, ο φτωχός από τον πλούσιο, χωρίς ανταμοιβές και τιμωρίες, αποτελούν τα σμήνη των νεκρών (έθνεα νεκρών). Εκεί που κόρη μάννας δε μιλεί,

Μηδέ στην κόρη η μάννα, μηδέ τα τέκνα στους γονείς, μηδέ οι γονιοί στα τέκνα, κι ο βασιλές ακόμη κει

με όλους μας είν' ίσια. Εκεί 'ν' τα σπίτια σκοτεινά,

οι τοίχοι αραχνιασμένοι, εκεί μεγάλοι και μικροί

είν' ανακατεμένοι. (Πολίτης αρ.206). Οι εικόνες αυτές που μας δείχνουν τα δημοτικά μας τραγούδια θαρρείς και ξεκόρμισαν από τα ομηρικά έπη, όπου ακόμη πιο παραστατικά οι ψυχές παρουσιάζονται ως άψυχες κεφαλές, ως φαντάσματα χωρίς ίχνος ζωτικής δύναμης (αμενηνά κάρηνα), είδωλα, σκιές, εικόνες, ομοιώματα των πεθαμένων (είδωλα καμόντων). Ψυχές δίχως καμιά αίσθηση (αφραδέες) και δίχως καμιά συνείδηση (φρένες ουκ ένι πάμπαν). Μοιάζουν σαν τις εικόνες που βλέπουμε στα όνειρα μας και τις παίρνουμε για ζωντανές (ψυχή δ' ηύτ' όνειρος) ή σαν τις απατηλές εικόνες των πεθαμένων κινηματογραφικών αστέρων που τις βλέπουμε στις οθόνες και τόσο μας ξεγελούνε. Ο Άδης στον Όμηρο είναι διττός. Και τόπος και θεότητα. Ως τόπος είναι πανομοιότυπος στους δυο μας κύκλους, τον ομηρικό και αυτόν των δημοτικών μας τραγουδιών. Οι ψυχές λοιπόν δεν πετούν προς τα ουράνια, αλλά κατεβαίνουν στον Άδη, σε ένα τρισκόταδο (ερεβόσδε), σε ανήλιαγα, άραχλα σκοτάδια (υπό ζόφον ηερόεντα): Ήρθες σε τόπον άγυρτον σε τόπο αραχνιασμένο Κάτω στα Τάρταρα της γης τα κρυοπαγωμένα. Αυτού νερό δε βρίσκεται, χορτάρι δε φυτρώνει. (Πασσώβ σελ.308, 263, 265) Εκεί χύνεται ο θλιβερός ποταμός Αχέροντας (Αχέρων) με τα παραποτάμια του, τον Κωκυτό και τον Πυριφλεγέθοντα. Τώρα στον αποχωρισμό τρεις ποταμούς διαβαίνω. Ο ένας χωρίζει αντρόγενα κι άλλος χωρίζει αδέρφια

κι ο τρίτος ο φαρμακερός τη μάννα απ' τα παιδιά της. (Ν. Παππά Δημ. Τραγούδια σελ. 173). ...όπου περνούν τον ποταμό και πίνουν το νερό του και λησμονούν τα σπίτια τους και τ' αρφανά παιδιά τους. (Πασσώβ σελ. 264) Ως τόπος λοιπόν βρίσκεται τόσο βαθιά, όσο απέχει η γη από τον ουρανό και είναι εφοδιασμένος με σιδερένιες πόρτες (σιδήρεαι πύλαι) και χάλκινο κατώφλι (χάλκεος ουδός) και φέρνει και ένα δεύτερο όνομα: Τάρταρος, όνομα που σώθηκε στα δημοτικά μας τραγούδια. Σε πολλά μέρη της Ιλιάδας συνοδεύεται από το επίθετο Κλυτόπωλος, που σημαίνει ξακουστός για τα άλογά του. Ίσως λοιπόν και το άλογο του Χάρου που μαύρος είναι, μαύρα φορεί, μαύρο και τ' άλογο του να έχει την καταγωγή του και αυτό στον Ομηρο. Ως θεός τώρα ο Αδης: Όταν έγινε η μοιρασιά ανάμεσα στους θεούς (Ο 187 κεξ.) ο Ποσειδώνας πήρε τη θάλασσα, ο Δίας τα ουράνια, και ο Άδης, ο βασιλιάς των νεκρών, τα σκοτάδια. (Αϊδης δ' έλαχε ζόφον ηερόεντα). Με αυτή του την ιδιότητα είναι άσπλαχνος, αμέρωτος (αμείλιχος), και αλύγιστος (αδάμαστος), γι’ αυτό και τον εχθρεύονται οι άνθρωποι περισσότερο και από όλους τους αθάνατους θεούς. [Τούνεκα και τε βροτοίσι θεών έχθιστος απάντων]. Αλλά και με έμμεσο τρόπο μαθαίνουμε πάλι πόσο μισητός είναι: ….οχτρεύομαι σαν και τις πύλες τον Άδη

εκείνον που άλλα κρύβει μέσα του κι άλλα απ' το στόμα βγάζει. (Ιλ. Ι 312-3) Πριν από πόσα χρόνια είμαστε χριστιανοί; 1600; 1700; Τη λέξη "παράδεισος" δε θα τη συναντήσουμε στα δημοτικά μας τραγούδια. Οι ψυχές δεν πετούν ψηλά προς τα ουράνια, κατηφορίζουν στον Κάτω Κόσμο. Δεν είμαστε χριστιανοί; Φυσικά και είμαστε. Η δύναμη όμως της παράδοσης είναι τέτοια, ώστε κάθε φορά που η λαβωμένη ψυχή θέλει να τραγουδήσει ή να τελέσει τα έθιμά της, αντλεί από κοινό τόπο. Αυτός ο κοινός τόπος υπήρξε χιλιετίες πριν γίνουμε χριστιανοί. Ο Έλληνας των δημοτικών τραγουδιών δε γνωρίζει την ομηρική γλώσσα. Είναι των αδυνάτων να διάβασε Όμηρο. Πώς συμβαίνει όμως ο ομηρικός κόσμος να του είναι τόσο οικείος; Οι ειδικοί που έχουν εξετάσει το θέμα, έχουν καταλήξει στο ότι ο κοινός αυτός τόπος είναι πολύ παλαιότερος κι από την εποχή του Ομήρου και από αυτόν αρύστηκε και ο μεγάλος μας γενάρχης της ποίησης. Αυτός, λοιπόν, ο κοινός τόπος, από τον οποίο άντλησαν και οι δυο μας κύκλοι, ο ομηρικός και ο δημοτικός δε χάθηκε, διατηρήθηκε με την προφορική παράδοση ως τώρα. Όποιοι θυμούνται την απάντηση που έδωσε ο Αχιλλέας στον Οδυσσέα, όταν ο δεύτερος, κατεβαίνοντας ζωντανός στον Κάτω Κόσμο, συνάντησε τον πρώτο, θα αναγνωρίσουν πόσο κοινοί είναι οι δύο κύκλοι.

Για πες μου τι του ζήλεψες αυτού του Κάτω Κόσμου; Ευτού βιολιά δεν παίζουνε, παιγνίδια δε βαρούνε,

ευτού συδυο δεν κάθουνται, συντρεις δεν κουβεντιάζουν, είναι κι οι νιοι ξαρμάτωτοι, κι οι νιες ξεστολισμένες, και των μαννάδων τα παιδιά σα μήλα ραβδισμένα. (Πολίτης αρ. 209) Αυτό, λοιπόν, όπως καταδείχτηκε, δεν είναι πια και τόσο περίεργο. Το περίεργο είναι πως η δύναμη αυτής της παράδοσης ήταν τέτοια, που εκπόρθησε και τα χριστιανικά οχυρά του δόγματος και ο αρχαίος Αδης μπήκε στην εκκλησιαστική μας ποίηση. Σε αυτή την ποίηση θα βρούμε και την ομηρική απόσταση που χωρίζει τον Επάνω κόσμο, δηλαδή εμάς, απο τον Κάτω, και τις ομηρικές πύλες του Αδη, χάλκινες ή σιδερένιες. Κατήλθες εν τοις κατωτάτοις της γης

και συνέτριψας μοχλούς αιωνίους...

Τα Εγκώμια της Μ. Παρασκευής βρίθουν από τέτοιες παραπομπές. Ενδεικτικά αναφέρω:

Τί ζητών τοις εν τω Αδη ελήλυθας; Και συνθλάσαντος του Αδου τους μοχλούς. Άδης ο παμφάγος! Και εις Άδην καταβέβηκας Χριστέ. Πυλωροί δε Άδου, ιδόντες σε έπτυξαν. Πύλας γαρ χαλκάς συνέτριψας

και μοχλούς σιδηρούς συνέθλασας...

Οι εικόνες που παρουσιάσαμε παραπάνω, συγκρίνοντας τους δυο κύκλους, ενώ είναι οι κυρίαρχες, δεν είναι και οι μόνες. Και Ηλύσια πεδία υπάρχουν και τιμωρίες για τους παραβάτες των ηθικών νόμων. Για ένα τόσο μεγάλο και ανεξάντλητο θέμα, που αφορά τα μετά τον θάνατο, φυσικό είναι να υπάρχουν και άλλες παραδόσεις, είτε πρωταρχικές, είτε και μεταγενέστερες που γεννιούνται με την αλλαγή των πολιτισμικών στοιχείων. Εμείς εδώ παρουσιάσαμε τις κυρίαρχες. Το αρχαίο δωδεκάθεο όταν γκρεμίστηκε, παράσυρε στο πέσιμό του, όπως συμβαίνει με τη χιονοστιβάδα, και όλους τους θεούς. Από αυτούς σώθηκε μόνον ένας ο μικρότερος κι ο δυνατότερος. Είναι ο αρχαίος Χάρων, ο Χάρος των δημοτικών μας τραγουδιών. Από τις θεότητες σώθηκαν πάλι, οι νεράιδες (νηρηΐδες) και οι Λάμιες (Λάμιαι). Έγινε αυτό που παρατήρησε ο Κακριδής: Όταν κόβουμε τα μεγάλα δέντρα ενός δάσους, οι θάμνοι και τα φυτά παραμένουν.

Κώστας Τσιλιμαντός

Βαρύς και αγχωμένος από τα νέα των ημερών για όσα συμβαίνουν τελευταία στη χώρα μου, αλλά και από τις χθεσινοβραδινές εικόνες των τηλεοπτικών σταθμών που έδειχναν ιδιαίτερα τις πλημμύρες από τις βροχές να ξεχειλίζουν οι ποταμοί σε Θράκη και Θεσσαλία και να πλημμυρίζουν χιλιάδες στρέμματα φέρνοντας σε απόγνωση τους αγρότες, για ν’ αλαφρώσω λίγο το μέσα μου κόσμο πήρα στα χέρια μου το αθάνατο έργο , την Ιλιάδα, να ξεχαστώ μέσα στον ηρωικό κόσμο του.

Ήθελα να βρεθώ στο πολυδιαβασμένο Ε, εκεί όπου το ιδανικό συζυγικό ζευγάρι, ο Έκτορας κι η Ανδρομάχη με το μονάκριβο γυιο τους, μωρό στον κόρφο της μάννας, αποχαιρετιούνται, εκείνος για να πάει στη μάχη κι εκείνη να γυρίσει πίσω στα έργα του οίκου της, και είναι η τελευταία φορά που συναντιούνται, γιατί ο πόλεμος θα γκρεμίσει την ευτυχία τους. Η σκηνή είναι μεγαλειώδης στην παγκόσμια λογοτεχνία και ο ποιητής των μαχών και του πολέμου με τον τρόπο του υποδηλώνει την καταδίκη του στον πόλεμο και την αγάπη του στον έρωτα και τη ζωή.

Πριν φθάσω όμως εκεί, απολησμονιόμουν με τις ανδραγαθίες του Διομήδη, που ο Ποιητής τον παρομοιάζει σαν οργισμένο ποτάμι να σαρώνει στον κάμπο της Τροίας τις φάλαγγες των Τρώων.

Σβήστε ένα «σαν» και προσέξτε την περιγραφή, στην κλασική μετάφραση των Ν. Καζαντζάκη και Ι. Θ. Κακριδή.

…ξέχειλο ποτάμι μες στον κάμπο,

σπάει τους όχτους πλημμυρίζοντας νερό σαν κατεβάσει/

Κι ουδέ τον κόβουν τ’ αναχώματα ,κι ας είναι αρμοδεμένα/

Κι ουδέ οι φραγές μες στα ολοπράσινα τον σταματούν περβόλια/

Ξάφνου ως χυθεί, σαν παίρνει απάνωθε και βρέχει ο Δίας πλημμύρα,

κι ίσωμα κάνει ό,τι κι αν πάλεψαν να φτιάξουν οι ξωμάχοι/.

Εδώ με κράτησαν δυο ειδών αναλογισμοί.

1. Πόσο ζωντανές κι ανέπαφες απ’ το χρόνο είναι οι φυσικές εικόνες του μεγάλου ποιητή, που δεν παραλείπει να υποδηλώσει και τον πόνο του αγρότη.

2.Θεέ μου σε ποια χώρα ζούμε, που ύστερα από τρεις χιλιάδες χρόνια, τίποτα δεν άλλαξε και τα ποτάμια μας, που αλλού είναι πηγή ευφορίας και ζωής, σε μας γίνονται κατάρα και θάνατος;

Κώστας Τσιλιμαντός

Και τώρα τι κάνουμε; Αναλογιζόμαστε την περίφημη καθημερινή διδαχή του Πυθαγόρα στο τέλος της ημέρας; « Πή δ’ έρεξα; Πή παρέβην; Τι δέον δε μοι ουκ ετελέσθη;» (Τι έπραξα; Ποιες παραβάσεις είχα; ; Ποιο ήταν το αναγκαίο που δεν εκτέλεσα;)

Zητούμε ηθική και δικαιοσύνη από τους εταίρους μας, ως εμείς να ζούσαμε μέχρι τώρα άψογα, εντός μιας πολιτείας ηθικής και δικαίου. Αν είναι να αριθμήσω τις υπερβολές και καταχρήσεις που γίνονταν, όταν οι «κουτόφραγκοι» μας έστελναν πακτωλούς χρημάτων

για να ανακάμψουμε, δε θα με έφθανε βιβλίο, αρκεί να θυμίσω ότι βρήκαμε πλιάτσικο και δεν υπήρξε πρώτα πολιτικός και έπειτα πολίτης που να αντισταθεί στη διαφθορά. Άψογοι βέβαια δεν ήταν ούτε εκείνοι και είναι γνωστά τα σκάνδαλα της SIEMENS και των Υποβρυχίων.

Εν πάση περιπτώσει αυτό το υπερβολικό δάνειο, δεν ήταν βοήθεια καμιάς θειάς από το Σικάγο, κάποτε το πανηγύρι τελείωσε και κάποτε έφτασε η ώρα των «καλών» λογαριασμών.

Αυτες την τραγικές ώρες ζούμε χρόνια τώρα, αν και υπήρξαν την εποχή της κρεπάλης μεμονωμένες φωνές που μας έλεγαν ότι δεν τρώμε τα έτοιμα, αλλά τις μελλοντικές μας σάρκες .

Το να βελτιώνεις τους όρους της ζωής σου απαιτεί προσπάθεια, μόχθο και θυσίες και όχι αδηφάγες ορέξεις που οδηγούν στην υπεροψίαν και ύβριν.

Υπήρξαμε για αιώνες δούλοι. Ρωμαίοι ύπατοι, όχι λίγοι Βυζαντινοί άρχοντες, Φράγκοι φεουδάρχες Τούρκοι αγάδες, Έλληνες κοτζαμπάσηδες, μας συνήθισαν στο ψέμμα, στην απάτη, γενικότερα στη μη νομιμοφροσύνη απέναντι του κράτους, ελάττωμα το οποίο δεν μπορέσαμε ακόμη να αποβάλλομε.

Μας φταίνε πάντα οι άλλοι, ιδίως το κράτος, εμείς δε φταίξαμε ποτέ.

Οι υποσχέσεις της Θεσσαλονίκης βαυκάλιζαν με τις προσδοκίες που ήταν υπερβολικά γενναιόδωρες και πολύ ευπρόσδεκτες, αλλά δεν είχαν την ωριμότητα που απαιτεί η πολιτική πράξη και ευελιξία, γιαυτό και απέτυχαν.

Το κακό επανελήφθη με ένα ασαφές δημοψήφισμα που ερμηνεύονταν κατά το δοκούν, έτσι που οι εταίροι δανειστές μας το εξέλαβαν εντελώς αρνητικά, ώστε, τελικά, να χάσουμε κάθε αξιοπιστία και να υπογράψουμε την πιο σκληρή συμφωνία που μας επέβαλαν.

Μ’ αυτό τον τρόπο τα δυο συμβαλλόμενα μέρη ξεπέρασαν τα όρια της φρόνησης , φθάσαμε, σύμμαχοι όντες, στην υπερβολή και την ΎΒΡΙΝ, που απετράπη την τελευταία στιγμή, όταν ο νέος πρωθυπουργός, εγκλωβισμένος από μια συμπαγή παραταξιακή ομάδα άλλου καιρού και τόπου, διέγνωσε τον έσχατο κίνδυνο που διέτρεχε η χώρα και ανέκρουσε πρύμναν.

Ποιο θα ήταν το αποτέλεσμα αυτής της Ύβρης μας το διδάσκει ο μεγάλος τραγωδός Αισχύλος με απαράμιλλο τρόπο. Όταν φτάσει στην ακμή της η Ύβρις, καρπός της είναι ο στάχυς της συμφοράς κι ο θερισμός του είναι πνιγμένο κλάμα. (Υβρις εξανθούσα εκάρπωσε στάχυν Άτης όθεν πάγκλαυτον εξαμά θέρος). Εκεί οδηγούμασταν.

Ο πρωθυπουργός μας είναι ένας νέος πολιτικός άφθαρτος και αδιάφθορος, είναι μεν θεωρητικά καταρτισμένος, τώρα όμως του δίνεται η ευκαιρία να ψηθεί στην πολιτική. Και διαπίστωσε τι καμίνι είναι.

Εύχομαι και ελπίζω το αισχυλικό «τον πάθει μάθος θέντα κυρίως έχειν» (αυτός που έβαλε νόμο το πάθος να γίνεται μάθημα») να το έχει πάντοτε μπρος του και κατά τον ίδιο τρόπο εύχομαι και ελπίζω ο ελληνικός λαός να τον έχει έτοιμο αν του δοθεί και μια άλλη ευκαιρία.να ηγηθεί του τόπου.

    Η ΔΙΚΗ ΣΑΣ ΓΝΩΜΗ

Σας ευχαριστώ για το ενδιαφέρον σας στο περιεχόμενο του ιστολογίου μου. Αν κάτι σας άρεσε, αλλά ακόμα κι αν σας βρήκε αντίθετους, θα χαρώ να διαβάσω τα σχόλιά σας, συμπληρώνοντας την παρακάτω φόρμα.

Your details were sent successfully!

bottom of page