Έγραψαν για τον Κώστα Τσιλιμαντό
ΚΡΙΤΙΚΕΣ ΒΙΒΛΙΩΝ
May 18, 2018
Γράφει ο Κώστας Τσαούσης για το "Μ' ΕΝΑ ΔΡΕΠΑΝΙ ΦΩΣ", ΕΘΝΟΣ 20-06-1991
ΔΙΑΠΙΣΤΩΣΕΙΣ, συγκινήσεις και σκέψεις από, και για,τον καθημερινό βίο γέννησαν αυτούς τους στίχους του Κώστα Τσιλιμαντού. Σε δώδεκα ενότητες χωρίζεται η συλλογή και τα ποιήματά της είναι εμπνευσμένα όχι μόνο από την ελληνική ζωή, αλλά και από την παγκόσμια, όπως και από το θρησκευτικό συναίσθημα και την ιστορία.
May 18, 2018
Ο συγγραφέας Γιάννης Βασιλειάδης έγραψε για τη μετάφραση στην ΑΙΝΕΙΑΔΑ
Η έμμετρη μετάφραση της Αινειάδας του Βιργίλιου από τον Κώστα Τσιλιμαντό αποτελεί λογοτεχνικό άθλο. Στο μέτρο του εφικτού είναι αντάξιο του επιτεύγματος των Ν. Καζαντζάκη και Ι. Θ. Κακριδή, της κλασικής μετάφρασής τους της Ιλιάδας και της Οδύσσειας του Όμηρου, στους οποίους άλλωστε είναι και αφιερωμένη. Αποτελεί μοναδική περίπτωση: δεν είναι απλά μια ωραία μετάφραση αλλά μια αισθητικής αξίας δημιουργική, έμμετρη «επανεγγραφή».
May 18, 2018
Ο Καθηγητής Φάνης Ι. Κακριδής έγραψε για τη μετάφραση της ΑΙΝΕΙΑΔΑΣ στο περιοδικο της Πανελλήνιας Ένωσης Φιλολόγων ΦΙΛΟΛΟΓΙΚΗ τ. 101, 2007
Ο Κώστας ,Τσιλιμαντός είναι Ηπειρώτης από την Πωγωνιανή. Έζησε, όμως, χρόνια στην Κωνσταντινούπολη, όπου αποφοίτησε από τη Μεγάλη του Γένους Σχολή. Στην Πόλη γύρισε και μετά τις σπουδές του στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, για να υπηρετήσει ως καθηγητής φιλόλογος στη Μεγάλη Σχολή, στο Ιωακείμειο, στη Θεολογική Σχολή της Χάλκης-αργότερα και στην Ελλάδα ως γυμνασιάρχης και λυκειάρχης.
May 18, 2018
«ΤΑΞΙΔΕΥΤΗΣ» για τη μετάφραση στην ΑΙΝΕΙΑΔΑ
Αυλικός ποιητής ήταν ο Publius Virgilius Maro (70-19 π.Χ.), αλλά δεν ήταν ο μόνος. Στην αυλή του Αυγούστου συγκαταλέγονται και άλλοι, π.χ. ο Οράτιος (65 - 8 π.Χ.), ο Βάριος και άλλοι πλην του Οβίδιου (43 π.Χ. - 18 π.Χ.), ο οποίος φαίνεται πως δεν έστερξε στις απαιτήσεις του αυτοκράτορα και του φίλου του Μαικήνα (προστάτη των ποιητών) και έτσι εξορίστηκε στους Τόμους της Μαύρης Θάλασσας, όπου και πέθανε πικραμένος.
May 18, 2018
Ο ΝΙΚΟΣ Θ. ΥΦΑΝΤΗΣ έγραψε για το "ΠΩΓΩΝΙΣΙΟΣ ΛΟΓΟΣ, ΓΛΩΣΣΙΚΑ ΚΑΙ ΠΑΡΟΙΜΙΕΣ" , 13-10-2010, Πρωινός Λόγος
Ο Κώστας Τσιλιμαντός, γέννημα και θρέμμα της Βοστίνας (Πωγωνιανής), φιλόλογος με πνευματική και φιλολογική θωράκιση, μας χάρισε το τελευταίο του πόνημα <<Πωγωνίσιος Λόγος - Γλωσσικά και Παροιμίες>> Αθήνα 2010.
May 18, 2018
Ο Αθανάσιος Δέμος έγραψε για το "ΠΩΓΩΝΙΣΙΟΣ ΛΟΓΟΣ, ΓΛΩΣΣΙΚΑ ΚΑΙ ΠΑΡΟΙΜΙΕΣ" , 29-08-2010, Πρωινός Λόγος
Ο Κώστας Ταιλιμσντός είναι ένας πολυγραφότατος Πωγωνήσιος φιλόλογος. Ξεκίνησε από τον έμμετρο (ποιητικό) λόγο για να σημειώσει και μεγάλες επιτυχίες στον μεταφραστικό και τον πεζό λόγο. Από παιδί ταξίδεψε με τα φτερά του Πηγάσου με πρώτους καρπούς τα επιτεύγματα του, που είδαν το φως της δημοσιότητας στο «Παιδικό φως» της Πόλης. Από τις στήλες της «Ηπειρωτικής Εστίας» δημοσιεύτηκαν ποιήματα του και κριτικές, καθώς κα μετάφραση Τούρκων ποιητών και διηγηματογράφων.
May 18, 2018
Τη γλώσσα... του έδωσαν ελληνική. Της Αγγελικής Παναγοπούλου, Athens Magazine 2011
Ο Κώστας Τσιλιμαντός, ως άνθρωπος των γραμμάτων και απόφοιτος της Μεγάλης του Γένους Σχολής, υπήρξε ανέκαθεν θιασώτης του καλού λόγου και των όμορφα καμωμένων λέξεων, ενώ στην πραγματικότητα δεν ένιωσε, πιστεύω, ποτέ την ανασφάλεια της αναγνώρισης από τους δήθεν περιώνυμους εκδοτικούς οίκους (που στο άγχος των «ευπώλητων» θυσιάζουν συχνά πραγματικά διαμάντια της νεοελληνικής γραμματείας).
◄
1 / 1
►
Δημήτρης Πλατανίτης Για το PECTORE AB IMO.
Ηπειρωτική Εστία τ.423-425 έτος 1987
Όταν απολαμβάνεις γνήσια ποίηση, νιώθεις το σφυγμό του κόσμου να χτυπάει μέσα σου. Όταν ανακαλύπτεις ένα νέο ποιητή, παρηγοριέσαι για το σινάφι των ανθρώπων-αλλά δεν εφησυχάζεις.
Η ποίηση είναι ένα δέντρο που ευδοκιμεί σε «παραδείσους» δυσπρόσιτους-ή και απρόσιτους, τώρα πια το λέω μ’άφατη θλίψη- για τους πολλούς που αυτάρεσκα αυτοαποκαλούνται προσγειωμένοι «ρεαλιστές». Και δεν εννοώ μόνο τη «μοντέρνα» ποίηση, που –δικαιολογημένα-δημιουργεί προβλήματα στους αμύητους, αλλά κάθε είδος ποίησης, παλιάς και νέας, μ’ εξαίρεση, βέβαια, τη μελοποιημένη, που συμπαρασύρει με το μουσικό της ένδυμα όλες τις προτιμήσεις και τις διαθέσεις του κοινού και καταχωνιάζεται κι αυτή κάτω απ’ τα κύματα της μελωδίας
Έτσι ο θίασος στενεύει ολοένα, τα κριτήρια γίνονται αυστηρότερα και οι κριτές απαιτητικότεροι, αναζητητές νέων μορφών, πρωτότυπων εκφραστικών μέσων, προσαρμογών στις μεταβολές της νοοτροπίας και τις μεταμορφώσεις της πραγματικότητας, νέων θεματικών ενδιαφερόντων. Οι ποιητές μετακινούνται αδιάκοπα μέσα στο καλειδοσκόπιο του σύγχρονου κόσμου, για να πετύχουν την οπτική εκείνη γωνία, που θα καταξιώσει το όραμά τους.
Μέσα σ’ αυτή την αδιάκοπη, ανανεωτική κοσμογονία της νεότερης ποίησης, μπορεί να ακουστεί μια πραγματική ποιητική φωνή, που τονίζει τους ήχους της σε παλιά όργανα, παροπλισμένα από χρόνια, χωρίς να θεωρηθεί παράταιρη, αναχρονιστική κι εξοβελιστέα;
Το ερώτημα παρουσιάζεται πολύ αιχμηρό και αφορά την ουσία της ποίησης. Αφορά όμως και μια ιδιάζουσα περίπτωση, του Κώστα Γ. Τσιλιμαντού, που παρουσιάστηκε με την ποιητική συλλογή «Pectore ab imo» (εκ βαθέων) , μια ποιητική εμφάνιση που θα μπορούσε να προκαλέσει πολλά αμφιλεγόμενα.
Φιλόλογος ο Κ. Τ., οπλισμένος με κλασσική παιδεία, που του εξασφαλίζει εκφραστική διαύγεια και τον προσανατολίζει θεματικά σε υπερχρονικά προβλήματα, αλλά και θρεμμένος αισθητικά μέσα στο κλίμα της παλαμικής «παράδοσιακής» ποίησης κι ακόμη μπλεγμένος μες στους λαβύρινθους της μοντέρνας τεχνοτροπίας, έρχεται με θεματικές χειρονομίες και άλματα να γεφυρώσει τις δυο όχθες της ελληνικής ποίησης.
Μεγάλος αυτός ο πειρασμός, δεν άφησε απείραχτους ούτε καταξιωμένους ποιητές σαν τον Ελύτη, το Σεφέρη, το Ρίτσο. Το αξιοσημείωτο είναι εδώ , στην ποίηση του Κώστα Τσιλιμαντού, ότι δεν πρόκειται για ετερόκλητα αναφομοίωτα στοιχεία, αλλά για γνήσιες, δυναμικές καταβολές, που βλασταίνουν και καρποφορούν, τις περισσότερες φορές, με μια ευφορία που αξίζει να προσεχτεί.
Επομένως ο Κ. Τ. δεν ανήκει ούτε στις προφυλακές της σύγχρονης ποίησης, ούτε στους εμμανείς ιερουργούς της ποίησης των περιχαρακωμένων κανόνων, Μπορώ μάλιστα να πω ότι αγωνίζεται- άλλοτε άτολμα κι άλλοτε με τόλμη που ξαφνιάζει-ν’ αποδεσμευτεί από τα κατάλοιπα της παραδοσιακής μορφής και το πετυχαίνει μ’ ένα αίσθημα λυτρωτικό, σαν ν’ απαλλάσσεται από μια ενοχή, που τον ταλανίζει αδικαιολόγητα
Γενικά έχουμε μπροστά μας μια ποιητική συλλογή μ’ ένα υλικό «ανισόρροπα» κατανεμημένο. Φωνές που έρχονται κατ’ ευθείαν από την παλαμική χορωδία, εναλλάσσονται άτακτα –και συγκρούονται- με τις κραυγές, τις διαμαρτυρίες και τις εκλάμψεις ενός ποιητή που υψώνει τη φωνή και τεντώνει το δείκτη του καταδικαστικά χωρίς συνοδεία ορχήστρας και χορωδών. Και θεματικά όμως δεν υπάρχει ταξινόμηση του υλικού. Παρά τις δυσκολίες που θα αντιμετώπιζε μια τέτοια απόπειρα, δε νομίζω ότι δε θα εξασφάλιζε κάποια, έστω και στοχειώδη ομοιογενή κατάταξη. Πάντως ένα μέρος από το σύνολο θα ήταν προτιμότερο να το είχε αποκλείσει ο ποιητής. Τέλος, η σελιδοποίηση, το εξώφυλλο και η γενική επιμέλεια της έκδοσης δεν είναι από τα θετικά στοιχεία της συλλογής.
Άρχισα με αρνητικές και δευτερεύουσες παρατατηρήσεις- αντικανονικά ίσως- απαραίτητες όμως, για να τελειώσω μ’αυτές και να προχωρήσω σε άλλες ουσιαστικότερες και θετικότερες. Γιατί πραγματικά πρόκειται για μια ποιητική εργασία που αδικείται πολύ από τον τρόπο που παρουσιάζεται στα χέρια μας, γεγονός που μπορεί να επηρεάσει την κρίση του αναγνώστη για την αξιολόγηση του ποιητή.
Η αναστροφή του Κώστα Τσιλιμαντού με τα κλασσικά κείμενα είναι καταφανής και εκδηλώνεται σ’ολόκληρο σχεδόν το ποιητικό του σώμα με τρεις τρόπους: θεματογραφικά-με αναφορές προσώπων και πραγμάτων-με παρεμβολές φράσεων από αρχαίους συγγραφείς.
Ο κίνδυνος μιας άκριτης αρχαιολατρίας που εκφυλίζεται σε στείρο σχολαστικισμό παραμονεύει σε τέτοιες περιπτώσεις κι είναι γνωστά τα πενιχρά ή φαιδρά αποτελέσματα, όταν απουσιάζει η ποιητική δωρεά απ’ το «δημιουργό». Προπάντων όταν το ποιητικό όραμα ξεκινάει απ’ τον αρχαίο κόσμο και μένει αποκομμένο εκεί, χωρίς σημεία αναφοράς και δρόμους επικοινωνίας με το παρόν
Ευτυχώς ο Κ. Τ. δονείται από τη σφύζουσα πραγματικότητα, φλέγεται από τα καυτά προβλήματα του καιρού μας κι αναρριγεί βαθιά απ’ την ανησυχία για τη μελλοντική τύχη του ανθρώπου, που προδιαγράφεται αμφίβολη από τα σημεία των καιρών, μελαγχολεί και θλίβεται για τη νοθεία της ανθρώπινης ουσίας, καγχάζει, στηλιτεύει, διαμαρτύρεται έντονα για τις ποικίλες παραχαράξεις της σύγχρονης ζωής, που έχουν κιόλας νομιμοποιηθεί και πολιτογραφηθεί επίσημα στη νέα, απάνθρωπη πόλη. Παραθέτω πρόχειρα.
Φρουρούν σκοπιά στη χώρα μου
Οι πεθαμένοι φύλακες κι οι άρχοντες του σκότους
Στο θρόνο βάλαν νηστικά στοιχειά της εξουσίας
Και την παράνοια, τη ζωήν ακόλαστα να βιάζει
# #
Ολούθε πόθοι του κορμιού και βασιλεία της τρέλας.
# #
Σπορά τους η απάτη. Των δούλων η αρετή
# #
Ο φόβος πήρε πρόσωπο κι αράδα κρούει τις θύρες.
# #
Ώρα πλασμένη από ξυράφια…
# #
Χώρα μου!.
Τρων το ψωμί σου οι δήμιοι και τα παιδιά σου χώμα.
# #
Μέσ’ απ΄τα σίδερα φωνές παιδιών του ήλιου ανάσες
# #
Κοιμήθηκαν οι νύχτες μακριά απ’ τα όνειρα
Μ’ άγρυπνους εφιάλτες στο προσκέφαλο.
Ο ποιητής δείχνει να έλκεται περισσότεο από προβλήματα πανανθρώπινα και διαχρονικά: ο πόνος της ύπαρξης, η αρετή και η φαυλότητα- οι δυο όψεις της
ανθρώπινης ταυτότητας-η ομορφιά, το μίσος, η απλότητα. Χαρακτηριστικό και αυτό της επίδρασης της κλασικής αρχαιότητας.
Ο κλασικισμός όμως αυτός – και μ’ όποια άλλη μορφή διαφαίνεται ή υπολανθάνει-μπολιάζεται με νέους εκφραστικούς τρόπους, κάποτε πολύ προχωρημένους και προσφέρεται με την αποτελεσματικότητα και την ελλειπτικότητα που έχει υιοθετήσει η μεταπολεμική ποίηση στο σύνολό της. Κύριος ολόκληρου, του ενιαίου, σώματος της ελληνικής γλώσσας ο Κ. Τ.,κάνει τις επιλογές του με γνώση και ευστοχία, αποφεύγοντας τις λεξιλογικές ακροβασίες, τις αυθαιρεσίες, τις; Ασάφειες και τις κοινοτοπίες εξασφαλίζοντας ένα λόγο στέρεο , ποικιλόμορφο και χυμώδη.
Γιατί δεν πρόκειται για στοχεία λόγϊα, καθαρευουσιάνικα, αλλά για άντληση αυθόρμητη από πηγές πρόσφορες για τις εκφραστικές του ανάγκες και συγγενικές με την ποιητική του ευαισθησία. Ακόμη και στις περιπτώσεις ειρωνείας, σαρκασμού και χλεύης δεν επιστρατεύεται η καθαρεύουσα-περιπτώσεις που η χρήση της έχει αποδειχτεί τελεσφόρα σε άλλους ποιητές, προπάντων μεταπολεμικά, όταν αυτή ακριβώς η γλωσσική μορφή ήταν ανέκκλητα καταδικασμένη.
Νάτος ο Δίας που κατέβαινεν
Ως υετός επί πόκον
#
Να ο Απόλλωνας
0 Ο ωραίος κάλλει παρά πάντας βροτούς
#
Να ο Διόνυσος
Ο βότρυς ο πέπειρος.
Η Αθηνά
Η ρυσίπτολις Αθήνη
( Μονή Φιλανθρωπινών σελ. 12)
Χλωρόν δέος – gelidus tremor
Mελισσολόι ψυχών εξ’ απ’ το κύμα,
Κάτωθε το ımperium animarvm
Στα είδωλα καμόντων
Δεν έιναι ψέματα ο δρόμος του Οδυσσέα.
Δεν είναι ψέματα ο δρόμος του Αινεία.
Κι από τα τέσσερα σημεία ανοίγαν
Οι φλέβες των ανθρώπων να σε ζήσουν
(Αχερουσία, σελ.21
Γλωσσικό δέος, αλλά και γλωσσική λατρεία. Μέσα από το κράμα αυτό μιας υγιούς αρχαιολατρέιας, ενός συγκρατημένου μοντερνισμού κι ενός χαλαρού παραδοσιακού
Συντηρητισμού, που χωνεύονται μες στην πηγαία ποιητική ευαισθησία, αναδύεται κομματιαστά ο κόσμος του Κ.Τ., που αναζητάει το πρόσωπό του μ ε επιμονή, πάθος και οδύνη.
Και μια τελευταία πρόταση: ο ποιητής να προσέξει ιδιαίτερα την ποιοτική ανισότητα της δουλειάς του, αποκυρήσσοντας εν ανάγκη χωρίς οίκτο