Δεν ξεκινώ από αποσπάσματα και εικασίες. Ξεκινώ από την πρώτη πηγή γραπτού κειμένου, τον Όμηρο. Εκεί, τόσο στην Ιλιάδα, όσο και στην Οδύσσεια, το όνομα Έλλην και Ελλάς δεν έχει ακόμη γενικευμένη σημασία, δεν έχει απλωθεί σε όλη τη χώρα. Ιδού στα δύο έπη τι συναντούμε:
«αν΄Ελλάδα, τε Φθίην τε», «Ελλάδα και μέσον Άργος», Φθίην τε και Ελλάδα καλλιγύναικα», « πολλαί Αχαιίδες αν’Ελλάδα τε Φθίην τε», «εν Ελλάδι τε Μυρμιδόνεσσι» και τα προσηγορικά ονόματα που χρησιμοποιεί για τους Έλληνες είναι:Δαναοί, Αχαιοί και Αργείοι.
Γενικευμένη ονομασία με εθνικά χαρακτηριστικά έχομε στους Ολυμπιακούς αγώνες και ιδίως στούς κλασσικούς χρόνους όπου μόνον Έλληνες κατά το γένος έπαιρναν μέρος. Στον Ισοκράτη ευρύνεται ο όρος και γίνεται και παιδευτικός .
Το όνομα διατηρήθηκε και επεκτάθηκε κατά τους ελληνιστικούς χρόνους όπου πολλά βασίλεια ονομάστηκαν Ελληνιστικά μέχρι το 30 πΧ. Με το τέλος του ελληνιστικού βασιλείου της Αιγύπτου, η Ελλάς είναι πλήρως υποταγμένη στους Ρωμαίους.
Η κεντρική, η νότια Ελλάδα, τμήματα της Ηπείρου, τα Ιόνια νησιά και οι Κυκλάδες το 27 π. Χ.απώλεσαν τις ελληνικές τους ονομασίες, και έγιναν ρωμαϊκή επαρχία με το όνομα Αχαΐα.
Το όνομα Έλλην και Ελλάς δεν έπαψε να υπάρχει, παρ’όλο που για τους Ρωμαίους ονομaστήκαμε Graeci και η Ελλάς Graecia . Στο Bιργίλιο που ζει στο τέλος του πρώτου αι. π.Χ, αλλά αναφαίρετα στα τρωικά χρόνια, οι Έλληνες ονομάζονται Graji (Grajus στον ενικό) Αυτό πιθανώς να το ετυμολογεί από τους Γραίους, πρώιμους αποίκους της Γραίας, αποικίας της Κύμης της Εύβοιας, στην Κάτω Ιταλία.
Όμως οι αντιθέσεις και αντιμαχίες έγιναν εξ αρχής, με τον εκχριστιανισμό μας. Και δεν μπορούσε να γίνει αλλιώτικα. Τα δυο αντίθετα πνεύματα ο χριστιανισμός, το πνεύμα της ερήμου, και ο ελληνισμός το πνεύμα της πολιτείας, πριν συμφιλιωθούν, ήρθαν σε οξεία αντίθεση.
Ο Χριστιανισμός του πρώτου καιρού δε νοιαζόταν καθόλου για τα επίγεια. Απέρριπτε κάθε τι το υλικό, εχθρευόταν το υλικό κάλλος.
Μη θησαυρίζετε θησαυρούς επί της γης», «και περί ενδύματος τι μεριμνάτε.», «μακάριοι οι πτωχοί τω πνεύματι» (αυτοί είναι οι ταπεινοί τη καρδία, που αγνούν την επιστήμη και την πρόοδο, και πιστεύουν μόνο στο Θεό), Δε βλέπετε τα στρουθία της ερήμου που έχουν λαμπρότερη στολή από την αλουργίδα του Σολομώντος; ΄
Πώς να συμβιβαστεί η τέχνη, η επιστήμη ν φιλοσοφία, ο καλός καγαθός, η Ελένη η «αινώς αθανάτοισι θεοίσιν εις ώπα εοικυία»,(που έμοιζε στο πρόσωπο καταπληχτηκά με τους αθάνατους θεούς η Κνιδία Αφροδίτη, με τα καινούργια ήθη;
Έτσι λοιπόν ο ελληνισμός δυσφημήθηκε, χλευάστηκε από τη νέα θρησκεία και ο Έλλην δωδεκαθεϊστής εσήμαινε τον παγανιστή και υβριστικά τον ειδωλολάτρη!, πράγμα που δεν υπήρξαν ποτέ οι Έλληνες. Ποτέ δε λάτρεψαν ή προσκύνησαν άγαλμα οι Έλληνες, γιατί οι θεοί τους πίστευαν ότι κατοικούσαν στον Όλυμπο.
Στα Ευαγγέλια που γράφτηκαν 30 και σαράντα χρόνια μ. Χ, η λέξη Ελλην έχει σε μερικά χωρία της Καινής Διαθήκης την ένοια του ειδωλολάτρη! «..η δε γυνή ήν Ελληνίς Συροφοίνισσα τω γένει..», Μάρκος 7,15, τέσερεις μεταφράσεις πού διαθέτω μεταφράζουν , ειδωλολάτρισσα, από τη Φοινίκη.
«..μη βατολογήσετε ώσπερ οι εθνικοί..»Ματθαίος 6,7. Εθνικοί λεγόταν όλοι οι έλληνες και οι μη χριστιανοί, πλήν των ιουδαίων. Η Παράφραση του Τρεμπέλα, για τους εθνικούς είναι: «με μηχανική και δεισιδαίμονα σπατάλη, όπως οι εθνικοί».
«…παντί τω πιστεύσαντι Ιουδαίω τε πρώτον και Ελλησι» Παύλος 1,6. Και οι τέσσερεις μετάφραστές τους Έλληνας τους μεταφράζουν ως ειδωλολάτρες. Μόνο στον Ιωάννη που μιλεί για Έλληνες που θέλησαν να επισκεφτούν τον Χριστό στα Ιεροσόλυμα, 12, 20, «Ήσαν δε τινες Έλληνες…», εκεί όλοι τους επιτέλους, εννοούν Έλληνες, κα μόνον το λατινικό κείμενο που διαθέτω «..erant autem gentiles..».τους Έλληνες τους αποδίδει ως αυτόχθονες(;), (gentiles).
Συχνά στα Συναξάρια αναφέρεται για χριστιανό μάρτυρα «πατρός μεν έλληνος, μητρός δε χριστιανής» όταν ο πατέρας είναι Σύρος μη ελληνόφωνας!
Τί φυσώσιν κα βομβεύουσιν οι Έλληνες;
…Τι πλανώνται προς Πλάτωνα;
…Τι μη νοούσιν Όμηρον, όνειρον αργόν;
(κλπ κλπ. από τον μεγαλύτερο ποιητή του χριστιανισμού, Ρωμανό τον Μελωδό)
Και αλλού:
Παρήλθεν η νύξ των πλανήτων μεν λόγων.
Ο Φοίβος αυτών ουκ ανοίγει το στόμα
Πλάτων σιωπά. κλπ. κλπ.
Και στίχοι ανώνυμοι:
Οι των Αθηνών ευστομείτε τους πάλαι
σοφούς Πλάτωνας, Σωκράτας, Ξενοκράτας,
Επικούρους, Πύρρωνας, Αριστοτέλας.
ουκ έστιν υμίν πλην Υμηττός και μέλι
θήκαι τε νεκρών, των σοφών τα πνεύματα.
Το 843 με την αναστήλωσι των εικόνων σε φρικτή, κατά Τωμαδάκην, τελετήν ιδού τι ανεγνώσθη από του άμβωνος της Αγίας Σοφίας. «τοις τα ελληνικά διεξιούσι (όσοιδιαβάζουν) μαθήματα και μη δια παίδευσιν μόνον ταύτα παιδευομένοις( =γλωσσική παίδευση), αλλά και ταις δόξαις (=γνώμες) αυτών ταις ματαίαις επομένοις (που δέχονται)……ανάθεμα!(1).
Έτσι στη Βυζαντινή εποχή αποβάλαμε το όνομα Έλλην και ονομαστήκαμε, οι κάτοικοι της Νέας Ρώμης, Ρωμαίοι, που στη λαϊκή γλώσσα έγινε Ρωμιοί.
Και μόνον κατά τους παλαιολογίους χρόνους, που δεν πρόλαβε να συντελεστεί η Αναγέννηση, έχομε στροφή στην Ελλάδα και ο Γεώργιος Πλήθων, ο Γεμιστός, γράφει στον τελευταίο Έλληνα αυτοκράτορα, τον μαρτυρικό Κωνσταντινο Παλαιολόγο, «Έλληνες ουν εσμέν το γένος ως η τε φωνή και η πάτριος ημών παιδεία μαρτυρεί».
Την ίδια εποχή όμως ο κατόπιν, μετά την άλωσιν, πατριάρχης Γεννάδιος ο Σχολάριοςομολογεί: «Έλλην την φωνήν ουκ αν ποτε φαίην Έλλην είναι( ποτέ δεν θα έλεγα ότι είμαι Έλλην) και ει τις έροιτό με( και αν κανείς με ρωτούσε) τις ειμί, αποκρινούμαι Χριστιανός.
Αυτή την περιπέτεια εν ολίγοις είχε το εθνικό μας όνομα, ώσπου,τελικά, τα δύο αντίμαχα πνεύματα να συμφιλιωθούν και "ο ωραίος κάλλει παρα πάντας βροτούς " να μας θυμιζει στην ομορφιά τον Απόλλωνα και να ονομαζόμαστε πλέον και Έλληνες και Χριστιανοί. Λέω να «ονομαζόμαστε», γιατί το να είμαστε και στην ουσία απαιτεί ύψιστον αγώνα.
Για μας σήμερα οι εθνικοί όροι Γραικοί- Γραικία, Ρωμιοί- Ρωμιοσύνη, Έλληνες –Ελλάδα,είναι ένα και το αυτό. Ανάλογα για ποια εποχή μιλάμε. Για τα πολλά ονόματα, εδώ ισχύει ο στίχος του Παλαμά για την Κύπρο:
Πολλούς αφέντες άλλαξες, δεν άλλαξες καρδιά!
Ε ν τούτοις εγώ στην αλληλογραφία μου ως αποστολέας, στο φάκελό μου γράφω, αντί Greece, Hellas και σας το συστείνω.
1. Για όλα τα παραπάνω και περισσότερα δες Νικολάου Τωμαδάκη «Εισαγωγή εις την Βυζαντινήν Φιλολογίαν» τ.1ος
β! έκδοσι 1956 σελ.23-32.