Γλωσσικά μαργαριτάρια
Λέγαμε αλλού για τα “Καζίνο”! Και κάπου εκεί κοντά είδαμε και διαβάσαμε πως υπάρχει και η πιανίστα και η μοδίστα!... Πρέπει, λοιπόν να λέμε και να γράφουμε άψογες και αδιάφθορες τις ξένες λέξεις, να φαίνονται καθαρά σαν ξένα σώματα μέσα στη γλώσσα μας. Τύφλα να’ χουν οι κουτόφραγκοι που λένε Νταϊάνα τη Ντιάνα, μάικροσκοπ το μικροσκόπιο, Παίρίας τον Πειραιά, Πλέιτο τον Πλάτονα, μπρονκάιτις τη βρογχίτιδα κλπ. Εμείς είμαστε άλλο πράγμα, πρέπει να δείξουμε την πολυγλωσσία μας και την ...ευρω-μάθειά μας!
Γιατί όχι, λοιπόν, για νά ‘μαστε και γλωσσικά πιο συνεπείς, και φασίστα και νομπελίστα και σαδίστα, αντί της φασίστριας, νομπελίστριας και σαδίστριας;
Θα μου πείτε: Γιατί πιανίστρια αλλά μοδίστρα; Γιατί αυτή η τελευταία συμφώνησε όχι με όλα τα παραπάνω, αλλά με την συγγένισσά της και ομότεχνή της, τη ράφτρα.
Και τι λόγος υπάρχει να ελληνοποιούμε τις λέξεις, δεν είναι καλύτερα να ξεχνούμε και τις δικές μας τη στιγμή που έχουν τόση αίγλη (γκλάμουρ το λένε τώρα) οι ξένες; Καλά κάνουμε, λοιπόν, και αφήσαμε το άσχημο κοκκινάδι και πήραμε το φανταχτερό ρουζ, πετάξαμε άχρηστο το φκιασίδι και προτιμήσαμε το ευρωπαϊκό μακιγιάζ. Τι χρειάζεται να έχουμε χτένα και χτένι. Δεν είναι προτιμότερη η εύηχη τσατσάρα; Και γιατί δραχμή, φράγκο, κύριέ μου, να γεμίζει το στόμα σου. Ακόμη ηχεί στ' αφτιά μου, από τα φοιτητικά χρόνια, η ελληνοπρεπής φράση των υπαίθριων πωλητών που διαλαλούσαν την πραμάτειά τους: Φράγκο η τσατσάρα!
Η ελληνική διαθέτει δίαυλο και ισθμό και πορθμό, όταν πρόκειται να αναφερθεί σε γεωγραφικό όρο. Τι τις θέλουμε τόσες λέξεις, μας φτάνει το κανάλι και για τις τρεις περιστάσεις.
Ξυπολιέμαι (από το εξυπολύω-ομαι) και ποδένομαι (από το υποδέω -ομαι) λέγαν κάποτε οι Ελληνες. Δεν είναι καλύτερη η τούρκικη περίφραση “βάζω" και “βγάζω τα παπούτσια μου”; Οσοι γνωρίζουν την τουρκική, καταλαβαίνουν τι λέω.
Τελευταία διάβασα πως τον τσαγκάρη, τον ποδηματά, τον υποδηματοποιό των λογίων, τον γράφουν παπουτσή! Ωραία λέξη, ε; Ακόμη πιο ωραίος είναι , στη θέση του ποδεμένου, ο..παπουτσωμένος γάτος! Φαίνεται πως οι συνειρμοί δεν τους αφήνουν να ξεχάσουν κάτι τι από την περίοδο της δουλείας.
Και για να σοβαρευτούμε. Κάποτε που υπήρχε εγρήγορση, γλυτώσαμε από τα μινίστρος, γκουβέρνο, οτομπούς, οτομομπίλ και είπαμε υπουργός, κυβέρνηση, λεωφορείο, αυτοκίνητο, πρωτοφανέρωτα τότε. πολύ συνηθισμένα σήμερα.
Αν μας διακατείχε η ανάλογη σοβαρότητα και γλωσσική επαγρύπνηση το σάντουιτς θα λεγόταν αμφίψωμο (μη γελάτε και μη σας φαίνεται η λέξη παράξενη, αν συνηθιζόταν, είναι πολύ ωραία), το φαστ-φουντ ταχυφαγείο και το τοκ σόου λογοθέαμα, όπως προτείνεται από μερικούς ιδεολόγους. Ποιος τα καταδέχεται!
Και τελευταία μια παρατήρηση. Ακούμε και διαβάζουμε συχνά: η συγγραφέας τάδε: Και καλά η ονομαστική, αλλά όταν πρόκειται για τη γενική πτώση της λέξης πώς θα πούμε; Αυτό το βιβλίο είναι της συγγραφέα (;) της συγγραφέας (;) τάδε; Εδώ είναι το πρόβλημα. Ας μη γελιόμαστε. Η Νέα Ελληνική δε διαθέτει θηλυκά σε -ας. Τί μένει; Ο μόνος τύπος που θα μπορούσε να υπάρξει -και εδώ μη γελάτε- είναι η συγγράφισσα, κατά το βασιλέας - βασίλισσα. Αλλος τύπος κατά το ιερέας - ιέρεια, ιππέας - ιππεύτρια είναι αδύνατος. Οπότε μου συμβαίνει να γράψω τη λέξη, για να μη ξαφνιάσω γράφω: η συγγραφεύς της συγγραφέως ξέροντας όμως πως ο τύπος αυτός δεν ανήκει στη Νέα Ελληνική.
Λοιπόν; Αν δε δεχτούμε τον τύπο συγγράφισσα, ζητείται λέξη!
Υ.Γ.: (1/6/96) Είχα τελειώσει αυτό το άρθρο, όταν από το δίαυλο Star άκουσα στις 6.00 το απόγευμα τον τότε πρύτανη του Οικονομικού Παν/μίου, τον κ. Κιντή να λέει: "Τα μέτρα για να επιτύχουν πρέπει να επεξεργαστούν περισσότερο”! Και σ’ ανώτερα!