Μια ματιά στον μεγάλο Ησίοδο
ΘΕΟΓΟΝΙΑ
Ο πρώτος μεγάλος επικός ποιητής μετά τον Όμηρο, χωρίς τις επικές –ηρωικές πράξεις εκείνου. Υπολογίζεται ότι έζησε περί τα τέλη του 8ου αιώνα.
Μετέχει και σε δυο πρωτεία ακόμα. Ο πρώτος Έλληνας ποιητής της Κεντρικής Ελλάδας και ο πρώτος Ευρωπαίος ποιητής, που εμφανίζεται στο έργο του με το όνομά του.
Κατάγεται από την Κύμη της Μ.Ασίας, μια πόλη μεταξύ Λέσβου και Χίου, την οποία είχαν αποικίσει οι Αιολείς, γι αυτό και λέγεται Αιολική Κύμη, σε αντίθεση με την Ευβοϊκή. Η οικογένεια για να ξεφύγει τη φτώχεια ήρθε από την Ιωνία στην ηπειρωτική Ελλάδα και έζησε στην Άσκρα της Βοιωτίας και πολύ αργότερα στον Ορχομενό. Για την Άσκρα δεν εκφράζεται με συμπάθεια ο ποιητής μας. « ‘Ασκρη χείμα (το χεμώνα) κακή, θέρει αργαλέη (ανυπόφορη), ουδέποτ’ εσθλή» (ποτέ καλοσυνάτη).ΕΡΓ. 640
Βοσκός στις παρυφές του Ελικώνα έλαβε την κλήση και το χάρισμα από τις Ελικωνιάδες Μούσες να συνθέσει το έργο του.
Έτσι η τσομπάνικη κλίτσα μετεβλήθη σε ποιμενική ράβδο, και ως η ράβδος Μωυσέως εποίμανε ανθρώπους και λαούς.
«Ποιμένες άγραυλοι, ίδμεν (ξέρουμε) ψεύδεα πολλά λέγειν ετύμοισιν (με αλήθειες) ομοία, ίδμεν δ’εύτ’ εθέλωμεν αληθέα γυρήσασθαι» ξέρουμε όμως, όταν θέλουμε, να λέμε την αλήθεια.( στ. 26-28). Αυτά είπαν οι μούσες με το στόμα του Ησίοδου, όταν τον έχριζαν ποιητή. Αυτό όμως έγινε αρχή μιας αμφισβήτησης μεταξύ των πρώτων φιλοσόφων για την αλήθεια της ποίησης. Aυτό όμως δεν αφορά τη μελέτη μας.
Δυο είναι τα γνωστότερα έργα του ,που διασώθηκαν ολόκληρα: Η «Θεογονία» και το «Έργα και Ημέραι»
Η Θεογονία είναι η ελληνική Βίβλος γενέσεως, με 1022 εξάμετρους στίχους επικής περιγραφής της δημιουργίας του κόσμου. Ποιος είναι αυτός ο κόσμος, πώς γεννήθηκε.
Εν αρχή ήν το Χάος.
Από το χάος δημιουργείται κόσμος!
Δεύτερο δημιούργημα η ευρύστερνη Γή. Ακολουθεί ο Έρως, ο Ουρανός , ο Κρόνος, ο Ζευς, και μετά όλη η γενεαλογία των θεών με όλα τα κλαδιά και τα παρακλάδια της.
O Έρως δε γεννά απογόνους, ενώνει όμως τις άλλες δυνάμεις και τις ωθεί σε δημιουργία.
Από το Χάος, τη Γη κα τον Έρωτα έχομε τη γέννηση όλου του κοσμολογικού στοιχείου, από τον Ουρανό, τον Κρόνο και τον Δία, κυρίαρχη τριαδική αρχή, όλη τη θεογονία. Θεοί , «θεοί δωτήρες εάων» (εϋς –γεν εϋος- με οξεία πάνω στο υ-) καλός, αγαθός, δωτήρες αγαθών) δωτήρες όλων των στοιχείων της γης και του ουρανού, Ημίθεοι, Γίγαντες, Τιτάνες, Κύκλωπες, Μοίρες, Μούσες, Νύμφες, Ποταμοί, ενάλιοι δαίμονες, Γοργόνες, όλη η γνωστή και άγνωστη σε μας Μυθολογία, έχει αρχή της τον Ησίοδο.
Κάποτε όμως η Γή, μη αντέχοντας άλλο τον δυσβάστακτο γυιο της, τον Ουρανό, συμβούλεψε και αφού έπεισε ,όπλισε με δρεπάνι τον άλλο γυιο της, τον Κρόνο, που ευνούχισε τον Ουρανό και η βασιλεία μετήλθε στον Κρόνο.
Όμως ο Κρόνος καταβρόχθιζε τα παιδιά του, γι αυτό η γυναίκα του Ρέα, πήρε το γυιο της, το νεογέννητο Δία και τον έκρυψε στην Κρήτη.
Ο Δίας όταν μεγάλωσε, ανάγκασε τον Κρόνο ξεράσει από την κοιλιά του τα αδέρφια του, και στη συνέχεια θα γίνει ο μελλοντικός δεσπότης του κόσμου.
Με τον Δία εγκαινιάζεται η τάξη, έναντι της αταξίας που επικρατούσε με τις σκοτεινές δυνάμεις που συντριφτηκαν.
Στη Θεογονία η διακυβέρνηση του λαού γίνεται από πατριαρχικούς βασιλείς, δίκαιους, με δίκαια απονομή της δικαιοσύνης υπάρχει θρησκευτικό ιερατείο, καμιά τάξη δεν διασαλεύεται και οι εποχές περνούν αδιατάρακτες. Οι άνθρωποι ζούν χωρίς να τους εγγίζουν ασθένειες, δίχως μόχθους και ταλαιπωρίες, η γη προσφέρει πλούσια τα ελέη της για όλους. Ζωή παραδείσια, μέχρι την εποχή που ο Προμηθέας διασαλεύει την τάξη.
Η Θεογονία τελειώνει με την αναγγελία ενός νέου θέματος, που αφορά το 2ο μ έρος . Απευθυνόμενος ο ποιητής προς τις Μούσες «και τώρα , τραγουδήστε μου τις γυναίκες, εσείς γλυκόλαλες Μούσες, Ολύμπιες, κόρες του αιγίοχου Δία.
«Νυν δε γυναικών φύλον αείσατε, ηδυέπειαι/ Μούσαι Ολυμπιάδες, κούραι Διός αιγιόχοιο.»
Όλο το υλικό αυτό αντλήθηκε από λαϊκές παραδόσεις, που αρχικά μετέδιδε το Ιερατείο, διότι μόνον αυτό είχε το δικαίωμα να διαδίδει θρησκευτικά θέματα, αυτό όμως δε σημαίνει ότι και ο ποιητής μας δεν πρόσθεσε δικές του σκέψεις και στοχασμούς.
ΕΡΓΑ ΚΑΙ ΗΜΕΡΑΙ
Το δεύτερο έργο του Ησιόδου είναι ένα γνωμικό ποίημα που αποτελείται από 828 στίχους, και γενεσιουργή αιτία υπήρξε ο ακαμάτης και αχάριστος αδερφός του ποιητή ο «μέγας νήπιος» Πέρσης, ο οποίος δωροδόκησε δικαστές, αδίκησε τον Ησίοδο, σπατάλησε την πατρική περιουσία και ως άσωτος υιός έρχεται στον αδικημένο αδερφό του και ζητάει βοήθεια.
Σ’ αυτόν απευθύνεται βασικά ο ποιητής μας, και δίνει γενικότερα συμβουλές και διδάγματα πως μπορεί κανείς να προκόψει στη ζωή του, την αγροτική ζωή που περιγράφεται στο έπος.
Η πρώτη λέξη ΕΡΓΑ αναφέρεται στην αγροτική ζωή και αφορά το μεγαλύτερο τμήμα του έργου στ.1-764, ενώ η δεύτερη ΗΜΕΡΑΙ σε μέρες που θεωρούνται γόνιμες και άγονες , αίσιες και δυσοίωνες, γιατί «άλλοτε η μέρα είναι μητρυιά και άλλοτε μητέρα» (στ.724-828 τέλος).
Η ποίηση αποκομμένη τώρα από το ιερατείο χειραφετείται, όμως οι βασιλείς και οι άρχοντες δεν ανήκουν πια στην παραδείσια εποχή, «δουροδόκοι»( δωροοκούμενοι) και διεφθαρμένοι, καταδυναστεύουν το λαό.
Η Έρις με τη μορφή της δικαιοσύνης η «παρθένος Δίκη, Διός εκγεγαυία (καταγομένη) κυδρή τ’ αιδοίη» (η ένδοξη κα σεβαστή στ. 256-7) δ εν γίνεται πια σεβαστή από τους ανθρώπους και δεν απονέμεται σωστά.
Η τάξη έχει διασαλευτεί, όμως η ποίηση σ’αυτή τη νέα εποχή, έχει γίνει όργανο αντίστασης στα χέρια του ποιητή.
Έχουν περάσει πέντε γένη ως τώρα. Μετά το χρυσό γένος της πρώτης εποχής, ακολουθούν άλλα τρία, το ασημένιο, το χάλκινο, το γένος των Ηρώων, και τελευταίο το σιδερένιο, που ζεί ο ποιητής και εύχεται να μην είχε γεννηθεί, ‘η να πεθαινε πιο πριν, ή να γεννιόταν αργότερα…(στ.174).
Ο Δίας για να εκδικηθεί τον Προμηθέα που του έκλεψε τη φωτιά και τη φανέρωσε στους ανθρώπους, πια οι άνθρωποι δεν θα είναι όπως πρώτα ειρηνικοί, χωρίς αρρώστιες και βάσανα και έτσι διασαλεύθηκε η τάξη, πρόσταξε τον ξασκουστό Ήφαιστο «γαίαν ύδει (ύδατι) φύρειν» να πλάσει από χώμα και νερό (σας θυμίζει κάτι αυτό;) μια πανέμορφη κόρη με όλες τις χάρες και τα γυναικεία στολίσματα και τα ψεύτικα λόγια και την ονόμασε με το συμβολικό όνομα Πανδώρα και την έστειλε στους ανθρώπους. Από αυτή τη γυναίκα θα βγουν όλες οι χειρότερες μορφές γυνακείας ύπαρξης, που μπορεί να φανταστεί κανείς, μια μεγάλη συμφορά για τους θνητούς. (στ. 570 κεξ). Υπάρχουν όμωςκαι οι καλές, ιδίως αυτή στο στ,702’ « ου μεν γαρ τι ληίζετ’ανήρ άμεινον γυναικός αγαθής» καλύτερο εύρημα απ’ την καλή γυναίκα δε βρίσκει ο άντρας».
Της έδωσε και ένα πιθάρι με όλα τα κακά γεμάτο, που όταν το άνοιξε η Πανδώρα χύθηκαν όλα έξω, όσα κακά στοχάστηκε για τους ανθρώπους το μυαλό της, και μόλις πρόλαβε και το κούπωσε , έμεινε στον πάτο του πιθαριού η Ελπίδα.
Στην εποχή αυτή το μόνο δίκιο είναι η δύναμη, η συναίσθηση του αληθινού δίκιου δεν θα υπάρχει. Και οι άνθρωποι θα τρώνε τον επιούσιο, όχι μόνον εν τω ιδρώτι του προσώπου τους, αλλά και εν αδικία
Στην Πέμπτη γενιά έρχεται μια άφευκτη καταστροφή, που θα φέρει και τη διάλυση κάθε ηθικού δεσμού.
Τότε η Αιδώς και η Νέμεσις θα εγκαταλείψουν τους ανθρώπους μεταβαίνοντας στον Όλυμπο, αφήνοντας πίσω τους πόνο και θρήνο.
Και να η πρώτη παραβολή από τον ποιητή μας.
«Έτσι μίλησε το γεράκι στ’ αηδόνι με τον ποικιλόστικτο λαιμό, όταν το κρατούσε μεσ’ στα αρπαχτικά του νύχια, ψηλά στα νέφη.
Κι εκείνο θλιβερά θρηνούσε αγκυλωμένο στα γαμψά του νύχια.
Και το γεράκι ως κυρίαρχος του μίλησε: Δυστυχισμένο τι λαλείς; Σε κρατεί πολύ ανώτερός σου. Θα πας εκεί όπου εγώ σε πάω, κι ας είσαι και τραγουδιστής. Θέλω σε κάνω δείπνο, θέλω σ’ αφήνω. Άμυαλος όποιος τα βάζει με τους ανώτερούς του. Γιατί εκτός που χάνει τη δίκη τυραννιέται κι από τις ντροπές του»(στ.202-210).
Όσο προχωρεί το έργο, αυτή η απαισιοδοξία υποχωρεί και κυριαρχεί η θέληση να επικρατήσει το δίκιο και η εργασία να έχει μεγαλύτερη αξία από τον άδικο πλουτισμό. «έργον δ’ουδέν όνειδος, αεργίη δε τ’ ‘ονειδος»(στ311).
Λιγο πιο πάνω μας μιλεί για κακότητα, που είναι εύκολη η απόκτηση και για αρετή που απαιτείται μακρύς και ορθός ανήφορος και πολύς ιδρώτας για να την αποκτήσεις. Από τους στίχους αυτούς εμπνεύσθηκε αργότερα ο σοφιστής Πρόδικος και έπλασε τον περίφημο μύθο της Αρετής και της Κακίας που συνάντησε στο δρόμο του ο Ηρακλής.
Οι σχέσεις ανάμεσα στους ανθρώπους δεν πρέπει να συμβαίνουν όπως στα ζώα.
« κι εσύ Πέρση βάλτα αυτά στο νου σου και άκουγε το δίκιο και ξέχασε ολότελα τη βία. Γιατί αυτό το νόμο όρισε στους ανθρώπους ο γυιος του Κρόνου, τα ψάρια, τα θηρία και τα πετούμενα πουλιά να τρώνε το ένα τ’ άλλο, επειδή ανάμεσά τους δεν επικρατεί καμιά δικαιοσύνη, μα στους ανθρώπους έδωσε δικαιοσύνη, που είναι απ’όλα τα αγαθά το μεγαλύτερο (στ. 274 -9).
Συμβουλές για τον κακό γείτονα για τη γυναίκα που κουνάει τα πισινά της, για τις μορφές εργασίας σπορά, όργωμα, θέρισμα, αλώνισμα, τρύγο, κλάδεμα κλπ’, όλα αυτά με παραλήπτη τον αδερφό του τον Πέρση.
Σποραδικά το έργο, είναι γεμάτο από καταστάλαγμα εμπειριών, γνωμών, παροιμιών και αποφθεγμάτων. Αναφέραμε δυο πιο πάνω.
«Ειρήνη δ’ ανά γήν κουροτρόφος» στ. 228, η ειρήνη τρέφει γυιούς στον κόσμο.
«Και κεραμεύς κεραμεί κοτέει και τέκτονι τέκτων»και αοιδός αοιδώ»(25-6).Και ο κανατάς (κεραμοπλάστης) μισεί τον κανατά και τραγουδιστής τον τραγουδιστή.
«Πήμα κακός γείτων, όσσον τ’ αγαθός μέγα όνειαρ». στ.346.
Κακό ο κακός γείτονας, όσο ο καλός καλό μεγάλο!
Ου μεν γαρ τι γυναικός ανήρ ληίζετ’ άμεινον της αγαθής»στ 701-2. Δεν υπάρχει τίποτα καλύτερο, που ο άντρας κερδίζει, από μια αγαθή γυναίκα.
Για τη γυναίκα επίσης είναι αρκετά τέσσερα χρόνια εφηβείας. Στον πεμπτο να παντρεύεται. Να παντρευτείς στον πέμπτο της. Και παντρέψου παρθένα, για να της μάθεις τους σεμνούς τρόπους.
Όσοι διαβάσατε Όμηρο, διαπιστώνετε εδώ πόσο έχει αλλάξει ο κόσμος, η ζωή. Εδώ δεν έχομε εξιστορούμενα, αλλά εμπειρίες από την τριβή με την καθημερινή πραγματικότητα.
Το ξετύλιγμα της σκέψης του δεν είναι πάντα ευθύγραμμο, τα κείμενα του Ησιόδου έχουν περάσει από σαράντα κύματα. Εμείς όμως δεν έχομε καμιά πρόθεση να ασχοληθούμε με δυσεπίλυτα φιλολογικά προβλήματα.